Τα κατάγματα δακτύλων στο χέρι είναι ένας πολύ συνηθισμένος τραυματισμός. Το χέρι συμμετέχει στις περισσότερες καθημερινές δραστηριότητες, προβάλλοντας στο χώρο, επομένως είναι εκτεθειμένο σε κακώσεις. Τα οστά και οι αρθρώσεις αποτελούν το βασικό σκελετό του χεριού. Ο σκελετός αυτός «ντύνεται» με τα μαλακά μόρια, όπως μυς, τένοντες, νεύρα και το δέρμα, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υπάρχει αυτό το ξεχωριστό όργανο, που καλείται χέρι. Το χέρι, μαζί με τον εγκέφαλο, αποτελεί τη σπουδαιότερη ειδοποιό διαφορά του ανθρωπίνου είδους.
Κάθε δάκτυλο έχει τρία οστά, τρεις φάλαγγες δηλαδή, με εξαίρεση τον αντίχειρα που έχει δύο φάλαγγες.
Τα κατάγματα δακτύλων είναι πολύ σημαντικό να αντιμετωπισθούν σωστά εξ’ αρχής. Η σωστή αντιμετώπιση θα εξασφαλίσει τη λειτουργικότητα του χεριού. Αντίθετα, η πλημμελής αντιμετώπιση του κατάγματος θα οδηγήσει σε απώλεια της λειτουργικότητας του χεριού, με χρόνιο πόνο, δυσκαμψία και παραμορφώσεις.
Η εκτεθειμένη θέση του χεριού είναι υπεύθυνη για τη συχνότητα των τραυματισμών. Στις αιτίες συμπεριλαμβάνονται:
Η ένταση των συμπτωμάτων ποικίλλει, αναλόγως του τραυματισμού και της βίας που ασκήθηκε πάνω στο χέρι. Στα συχνότερα συμπτώματα περιλαμβάνονται:
Κλινική εικόνα με οίδημα και εκχύμωση (μελανιά)
Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εξέταση και επιβεβαιώνεται με την απλή ακτινογραφία. Σε ορισμένες περιπτώσεις απαιτείται περαιτέρω έλεγχος με αξονική τομογραφία. Περισσότερο εξειδικευμένες εξετάσεις όπως είναι η μαγνητική τομογραφία σπάνια απαιτούνται.
Η σωστή αντιμετώπιση του κατάγματος είναι το κλειδί για την πλήρη αποκατάσταση. Η αδυναμία κατανόησης της σπουδαιότητας της κάκωσης οδηγεί σε πλημμελή αντιμετώπιση. Σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, το 25% των καταγμάτων του χεριού, ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό, αντιμετωπίζεται πλημμελώς στην εφημερία των νοσοκομείων, οδηγώντας σε παρατεταμένα προβλήματα.
Ο στόχος της θεραπείας ενός κατάγματος στο δάκτυλο είναι η αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας του χεριού. Αυτό επιτυγχάνεται με την αποκατάσταση της οστικής δομής και με την πρώιμη κινητοποίηση, προς αποφυγή δυσκαμψίας.
Η θεραπεία μπορεί να είναι είτε συντηρητική, είτε χειρουργική.
Τα απαρεκτόπιστα κλειστά κατάγματα (χωρίς δηλαδή τραύμα στο δέρμα), είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν συντηρητικά με ακινητοποίηση σε νάρθηκα. Σε ήπιες παραμορφώσεις, κλειστοί χειρισμοί ανάταξης μπορούν να οδηγήσουν σε καλό αποτέλεσμα. Χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσοχή, γιατί ένα ανατεταγμένο κάταγμα μπορεί να χάσει την ανάταξή του, ακόμη και αν είναι ακινητοποιημένο σε νάρθηκα. Ο εβδομαδιαίος ακτινολογικός έλεγχος είναι απαραίτητος, ώστε αν συμβεί απώλεια της ανάταξης, ο θεράπων ιατρός να παρέμβει έγκαιρα.
Συντηρητική αντιμετώπιση με επίδεση με το γειτονικό δάκτυλο, ή κατάλληλους νάρθηκες.
Η χειρουργική αντιμετώπιση εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Ενδείξεις χειρουργικής αντιμετώπισης καταγμάτων δακτύλων
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι χειρουργικής αντιμετώπισης, αναλόγως της μορφής του κατάγματος. Οι συχνότεροι είναι:
Ο στόχος της χειρουργικής αντιμετώπισης είναι να προσφέρει ανατομική ανάταξη του κατάγματος και προϋποθέσεις για πρώιμη κινητοποίηση, προς αποφυγή δυσκαμψιών.
Κλειστή ανάταξη και διαδερμική οστεοσύνθεση με βελόνες Kirschner
Κλειστή ή ανοικτή ανάταξη και οστεοσύνθεση με βίδες
Ανοικτή ανάταξη και οστεοσύνθεση με ειδική πλάκα και βίδες
Συμπερασματικά, η αποτελεσματική αντιμετώπιση του κατάγματος δακτύλων στο χέρι απαιτεί ιδιαίτερη εμπειρία, αλλά και γνώση της ανατομίας και της λειτουργίας του χεριού. Η προσεκτική επιλογή της μεθόδου που θα εξασφαλίσει την σταθερότητα του κατάγματος και που θα επιτρέψει την πρώιμη κινητοποίηση είναι ακρογωνιαίος λίθος για τη θεραπεία των συχνών, αλλά και δύσκολων, αυτών κακώσεων του χεριού.