Το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής αποτελεί μια κοινή αιτία πόνου στην περιοχή του ώμου. Είναι, επίσης, γνωστό και ως σύνδρομο πρόσκρουσης, «ώμος του κολυμβητή» ή και τενοντίτιδα ώμου. Το ακρώμιο είναι μια προεξοχή της ωμοπλάτης πάνω από τον βραχίονα. Η κάκωση στην άρθρωση του ώμου προκαλείται, όταν υπάρχει προστριβή των τενόντων του στροφικού πετάλου με το ακρώμιο και εμφανίζεται κατά τη διάρκεια των στροφικών κινήσεων. Ο πόνος εμφανίζεται, όταν το χέρι πραγματοποιεί επαναλαμβανόμενες κινήσεις πάνω από ένα συγκεκριμένο ύψος ή όταν διενεργεί στροφή πέρα από κάποιο συγκεκριμένο σημείο, και το συναντάμε συχνά σε αθλήματα, όπως η κολύμβηση, το τένις και το βόλεϊ. Ο πόνος είναι επίμονος και συχνά εξαπλώνεται μέχρι την περιοχή του βραχίονα, επηρεάζοντας τις καθημερινές δραστηριότητες.
Το σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής είναι πιο πιθανό να παρουσιαστεί σε νέα και μεσήλικα άτομα και οι αιτίες που το προκαλούν ποικίλλουν. Η υπερχρήση της άρθρωσης του ώμου αποτελεί το πιο συνηθισμένο αίτιο. Παρ ’όλα αυτά υπάρχει και πλήθος παραγόντων που μπορεί να ευθύνονται. Μερικοί από αυτούς είναι:
Τα κύρια συμπτώματα που ταλαιπωρούν τους ασθενείς με σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής είναι ο πόνος, κυρίως στον ώμο, αλλά και σε άλλα σημεία. Αυτά περιλαμβάνουν:
Τα συμπτώματα συνήθως εξελίσσονται σταδιακά και επιδεινώνονται σε διάστημα κάποιων εβδομάδων ή ακόμα και μηνών.
Για τη διάγνωση του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής απαιτείται το αναλυτικό ιατρικό ιστορικό του ασθενούς και ενημέρωση του γιατρού σχετικά με την αθλητική του δραστηριότητα και, σε περίπτωση που υπάρχουν, προηγούμενους τραυματισμούς. Ο γιατρός θα διεξάγει κλινική εξέταση, η οποία περιλαμβάνει τον έλεγχο για πόνο η ευαισθησία και την εκτέλεση μιας σειράς κινήσεων χρησιμοποιώντας τον ώμο, ώστε να εκτιμηθεί το εύρος των κινήσεων του ώμου και τη δύναμη των μυών της περιοχής.
Κάποιες φορές μπορεί να χρειαστεί ακτινογραφία για να αποκλειστεί η αρθρίτιδα ώμου ή για να ελεγχθούν οστικές μεταβολές οι οποίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υπακρωμιακή προστριβή.
Σε περίπτωση που τα συμπτώματα επιμένουν ή είναι πολύ έντονα, μπορεί να χρειαστεί μαγνητική τομογραφία, που δείχνει λεπτομερή απεικόνιση του υπακρωμιακού χώρου, των αρθρικών επιφανειών, των τενόντων και των μυών της περιοχής, ή και υπερηχογράφημα, που μπορεί να διαγνώσει φλεγμονή στον ορογόνο θύλακα και στους τένοντες του στροφικού πετάλου.
Η θεραπεία ποικίλλει, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Συνήθως ακολουθείται για αρχή συντηρητική θεραπεία, η οποία περιλαμβάνει:
Εάν τίποτα από τα παραπάνω δεν λειτουργήσει και τα συμπτώματα επιμένουν ή επιδεινώνονται, τότε καταφεύγουμε στη χειρουργική επέμβαση. Κατά την επέμβαση αφαιρείται μέρος του ακρωμίου, ώστε να δημιουργηθεί περισσότερος χώρος για το περιστροφικό πέταλο.
Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να γίνει αρθροσκοπικά (ελάχιστα επεμβατική) ή ανοικτά (μεγαλύτερη τομή), και κάτω από γενική ή τοπική αναισθησία. Τα πιο σημαντικά πλεονεκτήματα της αρθροσκοπικής τεχνικής είναι ο λιγότερος μετεγχειρητικός πόνος και η ταχύτερη αποκατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να συμβουλευθείτε έναν ειδικό έγκαιρα για τη σωστή αντιμετώπιση και θεραπεία του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής.
Επικοινωνήστε με τον Ορθοπαιδικό Χειρουργό Δρ Β.Κ.Φωτόπουλο, ο οποίος έχει εκπαιδευτεί και μετεκπαιδευτεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στην αρθροσκοπική χειρουργική, σε κέντρα αριστείας στο εξωτερικό, ώστε να μπορεί να προσφέρει στους ασθενείς του τα καλύτερα αποτελέσματα.