Κάταγμα καρπού
Το κάταγμα καρπού αποτελεί μια ιδιαίτερα συχνή, κι επίπονη πάθηση, κατά την οποία ένα ή περισσότερα οστά της άρθρωσης έχουν υποστεί κάκωση. Η πηχεοκαρπική άρθρωση είναι η πιο ευλύγιστη και περίπλοκη άρθρωση του ανθρώπινου σώματος. Αποτελείται από δύο μεγάλα οστά του αντιβράχιου, την κερκίδα και την ωλένη, και οκτώ μικρά οστά του καρπού. Πρόκειται για σπάσιμο τουλάχιστον ενός από αυτά τα 10 οστά που περιλαμβάνει η άρθρωση του καρπού. Μπορεί να προκληθεί από τραυματισμό, πτώση, υπερβολική καταπόνηση του καρπού ή κάποια ασθένεια που επηρεάζει την πυκνότητα των οστών, όπως η οστεοπόρωση. Το κάταγμα του καρπού αποτελεί το συνηθέστερο σπάσιμο οστού στον ενήλικο πληθυσμό, με αναλογία 3:1 στις γυναίκες.
Κάταγμα καρπού: Τύποι
Ο συνηθέστερος τύπος κατάγματος αφορά το οστό της κερκίδας. Ονομάζεται κάταγμα κάτω πέρατος κερκίδας, και μπορεί να προκαλέσει έντονο πόνο, δυσκαμψία και οίδημα. Κάποιες φορές, ενδέχεται να προκαλέσει παραμόρφωση της άρθρωσης.
Άλλη μια συχνή μορφή κατάγματος του καρπού είναι το κάταγμα του σκαφοειδούς οστού, του οστού που βρίσκεται κάτω από τη βάση του αντίχειρα. Προκαλείται από πτώση στο έδαφος και στήριξη σε τεντωμένο χέρι.
Εκτός από τα παραπάνω, τα κατάγματα της πηχεοκαρπικής άρθρωσης διακρίνονται, με βάση το σημείο και τη βαρύτητα της θραύσης. Συγκεκριμένα, κατηγοριοποιούνται ως εξής:
- Ενδοαρθρικό κάταγμα: Εκτείνεται στην άρθρωση του καρπού.
- Εξωαρθρικό κάταγμα: Δεν εκτείνεται στην άρθρωση του καρπού.
- Συντριπτικό κάταγμα: Τα σπασμένα οστά εμφανίζουν πολλαπλά θραύσματα.
- Ανοικτό κάταγμα: Το σπασμένο οστό σχίζει το δέρμα, και είναι ορατό. Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία χρήζει άμεσης ιατρικής αντιμετώπισης, καθώς υπάρχει σημαντικός κίνδυνος σοβαρής μόλυνσης.
Πώς προκαλείται ένα κάταγμα καρπού;
Κυριότερη αιτία πρόκλησης του κατάγματος του καρπού είναι η πτώση πάνω σε τεντωμένο χέρι. Η δύναμη κι η ευθραυστότητα των οστών παίζουν κύριο ρόλο στη δημιουργία ενός σπασίματος και τη βαρύτητά του. Ένας ασθενής ο οποίος πάσχει από οστεοπόρωση μπορεί να υποστεί κάταγμα της πηχεοκαρπικής από μια ελαφριά πτώση. Αντίθετα, ένα νεαρό άτομο με υγιή οστά χρειάζεται έναν πιο ισχυρό τραυματισμό για να υποστεί κάταγμα.
Ποια συμπτώματα παρουσιάζει;
Συνηθέστερη ένδειξη του κατάγματος καρπού είναι ο άμεσος και οξύς πόνος κατά τον τραυματισμό ή την πτώση. Ανάλογα με τη μορφή και το είδος του κατάγματος, ο ασθενής ενδέχεται να παρουσιάσει παραμόρφωση του καρπού, μώλωπες και οίδημα στην περιοχή γύρω από τον καρπό. Τα συμπτώματα αυτά συνοδεύονται σχεδόν πάντοτε από έντονη ευαισθησία της περιοχής κατά το άγγιγμα, καθώς και μούδιασμα των δακτύλων.
Εάν το κάταγμα του καρπού αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να προκαλέσει μια σειρά σοβαρών καταστάσεων, όπως τα παρακάτω:
- Οστεοαρθρίτιδα
- Χρόνιος, επίμονος πόνος
- Δυσκαμψία της άρθρωσης
Κάταγμα καρπού: Διάγνωση
Η διάγνωση των καταγμάτων της πηχεοκαρπικής άρθρωσης ξεκινά πάντοτε με τη λήψη του πλήρους ιατρικού ιστορικού του ασθενούς, καθώς και την κλινική εξέταση κι επισκόπηση της περιοχής. Ο ιατρός θα συστήσει τη διενέργεια ακτινογραφικών εξετάσεων, με σκοπό να ανακαλυφθεί πιθανό σπάσιμο σε τμήμα του οστού της κερκίδας, του σκαφοειδούς ή σε οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα οκτώ οστά του καρπού. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα αν το κάταγμα είναι ενδοαρθρικό, είναι απαραίτητη η εξέταση με αξονική τομογραφία, προκειμένου να διαγνωσθεί ο βαθμός βλάβης του οστού.
Επί υποψίας συνδεσμικής βλάβης, ο ιατρός μπορεί να συστήσει μαγνητική τομογραφία, προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση άσηπτης νέκρωσης.
Θεραπεία & Αντιμετώπιση
Οι τρόποι αντιμετώπισης των καταγμάτων της πηχεοκαρπικής χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τους χειρουργικούς και μη χειρουργικούς. Ο ορθοπαιδικός, πάντοτε σε συμφωνία με τον ασθενή, θα επιλέξει την κατάλληλη μέθοδο αντιμετώπισης του κατάγματος ανάλογα με πολυάριθμους παράγοντες, όπως:
- Ηλικία
- Επίπεδο δραστηριότητας του ασθενούς
- Μετατόπιση του κατάγματος
- Ύπαρξη πολλαπλών καταγμάτων
- Πιθανό τραυματισμό του μέσου νεύρου
Η μη χειρουργική αντιμετώπιση του κατάγματος του καρπού περιλαμβάνει την τοποθέτηση ειδικού γύψου και νάρθηκα. Ο ασθενής διατηρεί τον γύψο για περίπου έξι εβδομάδες, και στη συνέχεια χρησιμοποιεί τον ειδικό νάρθηκα υποστήριξης. Αφού αφαιρεθεί και αυτός, ο ασθενής οφείλει να ακολουθήσει ένα ειδικό πρόγραμμα φυσικοθεραπείας, προκειμένου να αποκατασταθεί πλήρως η λειτουργία της περιοχής.
Η χειρουργική αντιμετώπιση του κατάγματος του καρπού επιλέγεται σε περιπτώσεις σοβαρής ζημιάς, ενδοαρθικών και ασταθών καταγμάτων. Αυτά δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με γύψο και νάρθηκα. Η χειρουργική επέμβαση πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία, και περιλαμβάνει τη σταθεροποίηση της άρθρωσης με πλάκες, βίδες και ήλους. Ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στο σπίτι του μετά από κάποιες ώρες, και οφείλει να χρησιμοποιήσει ειδικό νάρθηκα για δύο εβδομάδες.
Ο εξειδικευμένος Ορθοπαιδικός – Χειρουργός Δρ. Βασίλειος Κ. Φωτόπουλος διαθέτει εξειδίκευση στην αντιμετώπιση του κατάγματος του καρπού. Εάν παρατηρήσετε συμπτώματα της πάθησης, ή για οποιαδήποτε άλλη ανάγκη σας, μπορείτε πάντα να επικοινωνήσετε μαζί του.
Τι είναι το κάταγμα καρπού;
Το κάταγμα καρπού αποτελεί μια συχνή πάθηση, κατά την οποία οποιοδήποτε από τα οκτώ μικρά οστά που συνδέονται με τα δύο μακριά οστά του αντιβραχίου υπόκειται σπάσιμο. Πρόκειται για έναν από τους συνηθέστερους τραυματισμούς που συμβαίνουν στο άνω άκρο.
Πώς μπορεί να προκληθεί ένα κάταγμα;
Ένα κάταγμα μπορεί να συμβεί εξαιτίας ενός τραυματισμού ή μιας πτώσης σε τεντωμένο χέρι. Κύριο ρόλο στην πρόκληση του παίζει η δύναμη κι η ευθραυστότητα του οστού, η οποία επηρεάζεται τόσο από γενετικούς παράγοντες, όσο κι από πιθανές παθήσεις.
Πόσο διαρκεί η ανάρρωση από ένα κάταγμα καρπού;
Η ανάρρωση από το κάταγμα του καρπού διαρκεί περίπου έξι με οκτώ εβδομάδες, ανάλογα με το σημείο και τη βαρύτητα του κατάγματος. Ο ασθενής οφείλει να ακολουθήσει τις οδηγίες του ιατρού του κατά γράμμα, και να χρησιμοποιήσει τον ειδικό νάρθηκα υποστήριξης.
Επιτρέπεται να αθλείται ένας ασθενής με κάταγμα καρπού;
Σε γενικές γραμμές, το κάταγμα του καρπού δεν αποτρέπει τον ασθενή από το να παραμένει σε φόρμα. Ασκήσεις οι οποίες δεν απαιτούν τη χρήση της άρθρωσης του καρπού, όπως το τρέξιμο, και το περπάτημα, μπορούν να πραγματοποιηθούν κανονικά κατά τη βούληση του ασθενούς. Ωστόσο, απαγορεύεται ρητά τη άρση οποιουδήποτε αντικειμένου βαρύτερου από ένα ποτήρι για τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες, έως ότου το σπασμένο οστό επουλωθεί.