Ουρική Αρθρίτιδα
[content_table]
Η ουρική αρθρίτιδα είναι μια φλεγμονώδης πάθηση των αρθρώσεων. Απασχολεί συνήθως τις ειδικότητες των Ορθοπαιδικών, των Παθολόγων και των Ρευματολόγων, αν και θα έλεγε κανείς ότι αφορά περισσότερο τους τελευταίους. Προσβάλλει πολύ πιο συχνά τους άνδρες από τις γυναίκες και μάλιστα σε αναλογία 5:1, ενώ εμφανίζει τη μεγαλύτερη συχνότητά της μετά την πέμπτη δεκαετία της ηλικίας. Στη χώρα μας η συχνότητα, της ουρικής αρθρίτιδας βρέθηκε στο επίπεδο του 5‰ των ενηλίκων.
Ποιες είναι οι αιτίες και πώς αναπτύσσεται η ουρική αρθρίτιδα;
Η ουρική αρθρίτιδα οφείλεται στην εναπόθεση ουρικού μονονατρίου με τη μορφή κρυστάλλων μέσα στις αρθρώσεις. Ο σχηματισμός των κρυστάλλων αυτών οφείλεται σε μεγάλη αύξηση των επιπέδων του ουρικού οξέος στο αίμα, δηλαδή σε υπερουριχαιμία. Το ουρικό οξύ είναι ένα φυσιολογικό προϊόν του μεταβολισμού των πουρινών, που περιέχονται στις τροφές και αποβάλλεται από τους νεφρούς. Η υπερουριχαιμία οφείλεται είτε σε αυξημένη παραγωγή ουρικού οξέος είτε σε μειωμένη αποβολή από τους νεφρούς, ή σε συνδυασμό και των δύο αυτών μηχανισμών. Συνήθως, μέχρι την εμφάνιση του πρώτου επεισοδίου οξείας ουρικής αρθρίτιδας προηγείται μια μακρά περίοδος ασυμπτωματικής υπερουριχαιμίας, αύξησης δηλαδή του ουρικού οξέος στο αίμα, χωρίς την παρουσία συμπτωμάτων.
Ορισμένοι παράγοντες ευνοούν την προσβολή μιας άρθρωσης από οξεία ουρική αρθρίτιδα. Ένας τέτοιος παράγοντας είναι η απότομη μεταβολή των επιπέδων του ουρικού οξέος στο αρθρικό υγρό, που έχει ως αποτέλεσμα την καθίζηση ή την απελευθέρωση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου μέσα στην άρθρωση. Η ταχεία μεταβολή στα επίπεδα ουρικού οξέος προκαλείται:
• από επαναλαμβανόμενους μικροτραυματισμούς μιας άρθρωσης
• από μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος
• από φάρμακα
Οι επαναλαμβανόμενοι μικροτραυματισμοί σε μια άρθρωση, όπως π.χ. στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού από παρατεταμένο βάδισμα, μπορεί να μην προκαλούν πόνο κατά τη διάρκεια του βαδίσματος ,αλλά αύξηση του αρθρικού υγρού μέσα στην άρθρωση. Κατά τη διάρκεια της νυχτερινής ανάπαυσης υπάρχει σχετικά ταχεία έξοδος ελεύθερου υγρού από την άρθρωση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απότομη αύξηση των επιπέδων του ουρικού οξέος μέσα στην άρθρωση, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην καθίζηση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου και στην εκδήλωση οξείας ουρικής αρθρίτιδας. Έτσι ερμηνεύεται γιατί οι προσβολές της ουρικής αρθρίτιδας συμβαίνουν συχνά κατά τη νύχτα και μάλιστα στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού.
Η μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος αυξάνει απότομα την παραγωγή ουρικού οξέος και μπορεί να οδηγήσει σε προσβολή οξείας ουρικής αρθρίτιδας.
Διάφορα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν επίσης επεισόδια οξείας ουρικής αρθρίτιδας είτε επειδή αυξάνουν απότομα τα επίπεδα του ουρικού οξέος (π.χ. ορισμένα διουρητικά φάρμακα ή μικρές δόσεις ασπιρίνης) είτε επειδή τα μειώνουν απότομα (π.χ. η αλλοπουρινόλη).
Τι είναι η οξεία ουρική αρθρίτιδα;
Το πρώτο επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας εντοπίζεται συνήθως στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού (μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση), γι’ αυτό η νόσος είναι γνωστή και ως ποδάγρα (διπλανή εικόνα). Αρθρώσεις που προσβάλλονται επίσης συχνά είναι άλλες αρθρώσεις των ποδιών και τα γόνατα, ενώ λιγότερο συχνά προσβάλλονται οι καρποί, οι αγκώνες και οι αρθρώσεις των χεριών.
Τα κύρια κλινικά χαρακτηριστικά της οξείας ουρικής αρθρίτιδας είναι:
• Πόνος. Η ένταση του πόνου ποικίλλει από ελαφρά μέχρι πολύ έντονη. Κατά κανόνα ο πόνος είναι έντονος και εμφανίζεται με οξεία εισβολή, δηλαδή αυξάνεται σε επίπεδα μέσα σε λίγη ώρα, κυρίως κατά τις νυκτερινές ώρες, καθιστώντας δυσχερή τη νυκτερινή ανάπαυση.
• Διόγκωση της άρθρωσης (οίδημα)
• Ερυθρότητα
• Θερμότητα
Ένα επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας υποχωρεί συνήθως, ακόμη και χωρίς θεραπεία, μέσα σε 7-10 ημέρες, για να εμφανιστεί και πάλι μετά από πάροδο εβδομάδων, μηνών ή και ετών. Σε περιπτώσεις που δεν χορηγηθεί θεραπευτική αγωγή, η φυσική πορεία της ουρικής αρθρίτιδας ποικίλλει από επεισόδια ελαφρού πόνου, που υποχωρούν μέσα σε μερικές ώρες, μέχρι επαναλαμβανόμενα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας που διαρκούν 1-2 εβδομάδες. Στις αρχικές φάσεις της οξείας ουρικής αρθρίτιδας τα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας είναι αραιά και τα μεσοδιαστήματα μεταξύ των προσβολών μερικές φορές διαρκούν χρόνια. Με την πάροδο όμως του χρόνου οι προσβολές γίνονται συχνότερες, πιο παρατεταμένες και αφορούν σε περισσότερες αρθρώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όλες οι αρθρώσεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είχαν προσβληθεί, είναι ελεύθερες συμπτωμάτων.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Συνήθως η διάγνωση είναι κλινική, από την εικόνα της φλεγμαίνουσας άρθρωσης, από την οξεία εισβολή κατά τη νυκτερινή ανάπαυση, από το πιθανό ιστορικό παλαιοτέρας προσβολής, ενώ η ανεύρεση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου στο αρθρικό υγρό, (εφόσον γίνει παρακέντηση και εργαστηριακή ανάλυση του αρθρικού υγρού) είναι η απόλυτη επιβεβαίωση. Τις προηγούμενες ημέρες έχει προηγηθεί αύξηση του ουρικού οξέος στο αίμα, η οποία έχει ήδη υποχωρήσει, καθιστώντας έτσι τη μέτρηση ουρικού οξέος κατά την ώρα της κρίσης χωρίς διαγνωστική αξία.
Τι είναι και πώς αναπτύσσεται η χρόνια ουρική αρθρίτιδα;
Χωρίς κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, η νόσος εξελίσσεται σε χρόνια ουρική αρθρίτιδα. Αυτή η μορφή εγκαθίσταται συνήθως μετά από 10 ή περισσότερα χρόνια υποτροπιάζουσας ουρικής αρθρίτιδας και αφορά σε πολλές αρθρώσεις. Η μετάβαση από την οξεία υποτροπιάζουσα ουρική αρθρίτιδα στη χρόνια συμβαίνει όταν τα χρονικά διαστήματα ανάμεσα στις κρίσεις δεν είναι πια ελεύθερα πόνου. Οι αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί είναι μόνιμα επώδυνες και διογκωμένες, αν και η ένταση αυτών των συμπτωμάτων είναι πολύ μικρότερη από ό,τι κατά τις κρίσεις οξείας ουρικής αρθρίτιδας.
Αν ο ασθενής παραμένει ακόμη χωρίς χορήγηση κατάλληλης θεραπείας, προσβολές οξείας αρθρίτιδας και μάλιστα αρκετά συχνά εξακολουθούν να συμβαίνουν και σε αυτό το υπόστρωμα χρόνιου πόνου. Η ένταση του χρόνιου πόνου αυξάνεται επίσης συνεχώς όσο περνάει ο χρόνος και όσο δεν εφαρμόζεται κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Επίσης αναπτύσσονται σιγά-σιγά καταστροφικές βλάβες στις αρθρώσεις και τελικά παραμορφωτική πολυαρθρίτιδα με το σχηματισμό ουρικών τόφων (διπλανή εικόνα).
Πως αντιμετωπίζεται η οξεία ουρική αρθρίτιδα;
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της οξείας προσβολής είναι:
• Κολχικίνη
• Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
• Γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη)
Υπάρχει πρόληψη για την ουρική αρθρίτιδα;
Για την πρόληψη μελλοντικών προσβολών οξείας ουρικής αρθρίτιδας θα πρέπει να εφαρμόζεται αγωγή που να περιλαμβάνει γενικά μέτρα για όλους τους ασθενείς, ενώ, ανάλογα με την περίπτωση και την κρίση του θεράποντος γιατρού, μπορεί σε ορισμένους ασθενείς να χρειάζεται προσθήκη και φαρμακευτικών ουσιών. Η εφαρμογή γενικών προληπτικών μέτρων μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα καθώς και τη συχνότητα των οξειών προσβολών και έτσι για πολλούς ασθενείς να μην υπάρχει ανάγκη εφαρμογής φαρμακευτικής αγωγής για αρκετά χρόνια. Τα γενικά προληπτικά μέτρα περιλαμβάνουν:
• Αποφυγή τροφών με μεγάλη περιεκτικότητα σε πουρίνες, όπως π.χ. εντόσθια, ζωμός κρέατος, μύδια, στρείδια, αυγοτάραχο, σαρδέλες, ρέγγα κ.ά.
• Απώλεια βάρους.
• Αποφυγή οινοπνευματωδών ποτών.
• Λήψη επαρκούς ποσότητας υγρών σε καθημερινή βάση.
• Αποφυγή επαναλαμβανόμενων μικροτραυματισμών κατά τη διάρκεια ασκήσεων ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
• Εφόσον είναι δυνατό, μετά από συμβουλή του θεράποντος γιατρού, να γίνεται διακοπή και αντικατάσταση ορισμένων φαρμάκων που αυξάνουν το ουρικό οξύ του αίματος.
Όταν η συχνότητα των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας είναι σχετικά μεγάλη, τότε για την πρόληψη τόσο μελλοντικών επεισοδίων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όσο και της χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας ο θεράπων γιατρός μπορεί να προσθέσει στα γενικά προληπτικά μέτρα και αγωγή με φάρμακα, όπως:
• Κολχικίνη
• Φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή ουρικού οξέος (π.χ. αλλοπουρινόλη)
• Φάρμακα που αυξάνουν την αποβολή ουρικού οξέος από τους νεφρούς
Είναι σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι άτομα που έχουν υπερουριχαιμία, δηλ. αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, χωρίς προσβολές οξείας αρθρίτιδας δεν χρειάζεται να παίρνουν φάρμακα για τη μείωση του ουρικού οξέος, διότι ένα πολύ μικρό ποσοστό αυτών των ατόμων, που δεν υπερβαίνει το 15%, εμφανίζουν τελικά και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια ουρική αρθρίτιδα.
Ωστόσο, είναι αυτονόητο ότι το θεραπευτικό πρόγραμμα, που θα εφαρμοστεί για την αντιμετώπιση της ουρικής αρθρίτιδας και για την πρόληψη τόσο μελλοντικών επεισοδίων οξείας ουρικής αρθρίτιδας, όσο και της ανάπτυξης χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας σε ένα συγκεκριμένο ασθενή, δηλ. ποια γενικά προληπτικά μέτρα και ποιο φάρμακο ή ποιος συνδυασμός φαρμάκων θα χρησιμοποιηθούν, καθορίζεται από τον θεράποντα γιατρό με βάση τα κλινικά δεδομένα, τις συνυπάρχουσες παθήσεις και γενικά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ασθενούς.